Επικίνδυνη χαρακτηρίζουν τα Ηνωμένα Έθνη τη στάση «βλέποντας και κάνοντας» για την απανθρακοποίηση της ναυτιλίας, την ώρα που οι περιβαλλοντικοί κανονισμοί και η ηλικία του παγκόσμιου στόλου πιέζουν για την εξεύρεση λύσεων.

 

Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα για τις θαλάσσιες μεταφορές που δημοσίευσε η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD), η επίτευξη του στόχου της απαλλαγής από τον άνθρακα έως το 2050 για τα πλοία θα απαιτήσει πρόσθετες επενδύσεις 8 έως 28 δισ. δολαρίων ετησίως.

Την ίδια ώρα, περίπου 28 έως και 90 δισ. δολάρια θα χρειαστούν σε ετήσια βάση στη στεριά για να αυξηθεί η παραγωγή και διανομή καυσίμων και οι υποδομές ανεφοδιασμού για την προμήθεια των καυσίμων μηδενικού αποτυπώματος άνθρακα έως το 2050.

Οι ακριβότερες πηγές ενέργειας και επενδύσεις στη στεριά θα μπορούσαν να διογκώσουν τα ετήσια κόστη καυσίμων έως και πάνω από 100 – 150 δισ. δολάρια. Οι μελετητές αναγνωρίζουν την ασάφεια γύρω από το κανονιστικό πλαίσιο και στο πεδίο των εναλλακτικών καυσίμων, αλλά επισημαίνουν ότι πρέπει να επιταχυνθούν οι προσπάθειες από όλους τους κρίκους της ναυτιλιακής αλυσίδας.

«Σύντομα, η ενεργειακή παραγωγή και τα συνδεδεμένα συστήματα ανεφοδιασμού καυσίμων πρέπει να αλλάξουν σημαντικά για να προσφέρουν τα καύσιμα του μέλλοντος. Η αβεβαιότητα που περιβάλλει την υιοθέτηση των πράσινων τεχνολογιών και των εναλλακτικών καυσίμων, καθώς και το ρυθμιστικό περιβάλλον, αυξάνουν τον κίνδυνο αποκλεισμένων περιουσιακών στοιχείων» σημειώνουν οι μελετητές.

Καθυστέρηση επενδύσεων

«Σύντομα, η ενεργειακή παραγωγή και τα συνδεδεμένα συστήματα ανεφοδιασμού καυσίμων πρέπει να αλλάξουν σημαντικά για να προσφέρουν τα καύσιμα του μέλλοντος. Η αβεβαιότητα που περιβάλλει την υιοθέτηση των πράσινων τεχνολογιών και των εναλλακτικών καυσίμων, καθώς και το ρυθμιστικό περιβάλλον, αυξάνουν τον κίνδυνο αποκλεισμένων περιουσιακών στοιχείων» σημειώνουν οι μελετητές.

«Ωστόσο, καθώς η εμπειρία αξιοποίησης σημαντικών υποψήφιων καυσίμων θα βελτιώνεται στη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, η αβεβαιότητα θα εξελιχθεί σταδιακά σε σαφήνεια. Ο πραγματικός κίνδυνος στο εγχείρημα της επίτευξης των στόχων απανθρακοποίησης με το χαμηλότερο δυνατό κόστος είναι οι πλοιοκτήτες να υιοθετήσουν μία πολιτική wait and see. Αυτό σημαίνει ότι θα καθυστερήσουν οι επενδύσεις στην ανανέωση του στόλου, στα εναλλακτικά καύσιμα και τις πράσινες τεχνολογίες για τα πλοία» συμπληρώνει η UNCTAD.

«Καθώς η μετάβαση στα καύσιμα και τις τεχνολογίες χαμηλού αποτυπώματος άνθρακα απαιτεί σημαντικές επενδύσεις σε πλοία και στεριά, η καθυστέρηση του χρόνου και της κλίμακας των επενδύσεων, τόσο σε νεότευκτα όσο και στην ενεργειακή εφοδιαστική αλυσίδα, μπορούν να οδηγήσουν σε συμφόρηση πλοίων, διαταραχές στα logistics και αυξημένο κόστος μεταφοράς διά θαλάσσης και εμπορίου» υπογραμμίζεται.

Σύμφωνα με την UNCTAD, εάν δεν ληφθούν άμεσα μέτρα για τη βελτίωση της λειτουργίας των πλοίων και τη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα, ένα στα δύο βαπόρια δεν θα είναι συμβατό με τον δείκτη έντασης άνθρακα (CII) του ΙΜΟ, έως το 2026. Σήμερα, περίπου τα 2/3 του παγκόσμιου στόλου συμμορφώνονται με τον δείκτη, ο οποίος τέθηκε σε εφαρμογή την πρώτη ημέρα του 2023.

Παρότι η εφαρμογή του CII είναι προβληματική και διακρίνεται από ορισμένες τεχνικές δυσλειτουργίες, όπως έχουν επισημάνει κορυφαίες ναυτιλιακές ενώσεις και τονίζει και η UNCTAD, είναι ένα στοιχείο που έχει εισέλθει στη ναυτιλιακή πραγματικότητα και καταδεικνύει την ανάγκη για αύξηση της ταχύτητας στην «πράσινη» μετάβαση.

Φόρος στον άνθρακα

Την ίδια ώρα, η ηλικία του διεθνούς στόλου αυξάνεται. Στο ξεκίνημα του 2023, η μέση ηλικία των εμπορικών πλοίων άγγιζε τα 22,2 έτη, έναντι 21,7 ετών την περασμένη χρονιά.

Συνολικά, ο στόλος είναι δύο χρόνια μεγαλύτερος, συγκριτικά με μία δεκαετία πριν, και πάνω από το 50% του τονάζ υπερβαίνει τα 15 χρόνια ζωής. Ανάμεσα στις λύσεις που προτείνουν οι μελετητές για την αντιμετώπιση της πρόκλησης της απανθρακοποίησης είναι η λήψη οικονομικών μέτρων, όπως ο φόρος στον άνθρακα, κάτι που αναμένεται να κινητοποιήσει τις επενδύσεις σε εναλλακτικά καύσιμα και νέες τεχνολογίες, και η ευθυγράμμιση του ρυθμιστικού περιβάλλοντος με τους διεθνώς συμφωνημένους στόχους, όπως αυτοί έχουν τεθεί στη Συμφωνία του Παρισιού.

Πηγή Ναυτεμπορική